Και ξαφνικά…
Και ξαφνικά φάνηκε ο άγγελος
Που κάθε χίλια χρόνια ταράζει τη λίμνη.
Και τρέχουν όλοι να πλυθούν.
Αιμορραγούν οι πληγές
Κι’ η ματιά τους ελπίζει.
Σημαίνουν οι καμπάνες στη μικρή μας πόλη
Ανάβουν τα φώτα στις εξώπορτες.
Τρέχουν και τα παιδιά αλαφιασμένα
σκορπώντας βάγια και λουλούδια.
Κάτι περιμένουν…
Απ’ το βουνό σφυρίζει ο άνεμος πανηγυρίζων…
Ο τρελλός αλαλάζει:
Η λίμνη γίνηκε θάλασσα!
Και πελώρια κύματα
Σκεπάζουν τους ανύποπτους.
Οι άτολμοι οπισθοχωρούν
Κρύβοντας τις πληγές στο πρόσωπό τους.
Λίγοι αναδύονται λευκοφόροι
Μ’ έναν ήλιο παράσημο στο μέτωπο
Και με πυξίδα στο χέρι τους να δείχνει ουρανό!
Και να,
Που οι λίμνες γίνονται θάλασσες…
Αρκεί ο άγγελος να ταράξει τα νερά.
Αρκεί ένα χέρι θεϊκό
ν’ ανοίξει το δίαυλο.
Αρκεί να χεις την πίστη
των προσερχομένων
στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ…
Και ξαφνικά φάνηκε ο άγγελος
Που κάθε χίλια χρόνια ταράζει τη λίμνη.
Και τρέχουν όλοι να πλυθούν.
Αιμορραγούν οι πληγές
Κι’ η ματιά τους ελπίζει.
Σημαίνουν οι καμπάνες στη μικρή μας πόλη
Ανάβουν τα φώτα στις εξώπορτες.
Τρέχουν και τα παιδιά αλαφιασμένα
σκορπώντας βάγια και λουλούδια.
Κάτι περιμένουν…
Απ’ το βουνό σφυρίζει ο άνεμος πανηγυρίζων…
Ο τρελλός αλαλάζει:
Η λίμνη γίνηκε θάλασσα!
Και πελώρια κύματα
Σκεπάζουν τους ανύποπτους.
Οι άτολμοι οπισθοχωρούν
Κρύβοντας τις πληγές στο πρόσωπό τους.
Λίγοι αναδύονται λευκοφόροι
Μ’ έναν ήλιο παράσημο στο μέτωπο
Και με πυξίδα στο χέρι τους να δείχνει ουρανό!
Και να,
Που οι λίμνες γίνονται θάλασσες…
Αρκεί ο άγγελος να ταράξει τα νερά.
Αρκεί ένα χέρι θεϊκό
ν’ ανοίξει το δίαυλο.
Αρκεί να χεις την πίστη
των προσερχομένων
στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ…